Ο άνθρωπος γεννιέται με απεριόριστη δημιουργική ενέργεια, πομπός και δέκτης, έτοιμος να αλληλεπιδράσει με εξωτερικά ερεθίσματα, όπως οι φωνές των οικείων.
Έως την ηλικία των επτά ετών περίπου, λειτουργεί αποκλειστικά με το συναίσθημα, καθώς η κριτική ικανότητά του δεν έχει ακόμη εξελιχθεί. Σε αυτό το στάδιο της ζωής επιβάλλονται όρια και περιορισμοί στο παιδί από το οικογενειακό περιβάλλον. Στην αρνητική εκδοχή τους, είναι περιοριστικές πεποιθήσεις της οικογένειας και του τόπου, κακοποιήσεις, έως και τραύματα, που σωματοποιούνται και μπλοκάρουν ψυχολογικά το νεαρό άτομο.
Η σωματοποίηση αυτή, με την πάροδο των ετών, φυλακίζει την αναπνοή και βαθμιαία μειώνει το εύρος κίνησης του θωρακικού διαφράγματος, μέχρι το σημείο ακαμψίας του σε ακραίες καταστάσεις. Με τον τρόπο του, το σώμα αμύνεται στις ψυχολογικές επιθέσεις.
Το σώμα του παιδιού σταδιακά «παγώνει», προκαλώντας μείωση του εύρους κίνησης του θωρακικού διαφράγματος. Είναι τότε που «χάνει τη μιλιά του».
Και η φωνή του γίνεται “φωνή-σύμπτωμα”.
Απόσπασμα από το βιβλίο μου “Η ΦΩΝΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΥΧΙΑΣ – Πώς να μιλάς ώστε να σε ακούν”